ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ:
Νίκος Ταχιάος, μέλος Κ.Ε. ΝΔ,
πρώην αν. ΓΓ Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Αναπτυξιακής Συνεργασίας, ΥΜΑΘ
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχατε την ευθύνη για τις οικονομικές σχέσεις με τις βαλκανικές χώρες. Η γενική σας εντύπωση είναι ότι έχουν αναπτυχθεί όσο θα μπορούσαν;
Δεν είναι εύκολη η απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Κατ’ αρχήν, πρέπει να γίνει σαφές ότι, στην αρχή, αρκετοί είδαν στις γειτονικές μας χώρες ένα Eldorado. Αυτοί, οι πρώτοι δεν ήταν πάντα οι καλύτεροι πρεσβευτές της ελληνικής επιχειρηματικότητας, αφού ήταν και οι πιο ριψοκίνδυνοι. Το γεγονός αυτό θόλωσε κάπως την εικόνα της χώρας μας. Στην πορεία, τα πράγματα βελτιώθηκαν πολύ, ειδικά με τις τραπεζικές επενδύσεις και με την έξοδο ισχυρών ελληνικών brand-names. Παρόλα αυτά, υπάρχουν πολλά ακόμη που πρέπει να γίνουν, ειδικότερα στα Δυτικά Βαλκάνια. Πιστεύω όμως, ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να αναζητήσουν ευκαιρίες και στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και στην Κεντρική Ασία. Βεβαίως, κάτω από το φάσμα της διεθνούς οικονομικής κρίσης, όλα αυτά είναι είτε διαπιστώσεις, είτε ευχολόγια. Η πραγματικότητα δείχνει μάλλον εσωστρέφεια.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Ελλάδα απέκτησε πολλά ανοιχτά μέτωπα στην εξωτερική πολιτική, ορισμένα από τα οποία διατηρούνται ακόμη. Πόσο επηρεάζουν αυτά;
Πολύ! Από το ΄92 και μετά, η ελληνική πολιτική σκηνή σκοπιανοποιήθηκε πλήρως. Επικράτησαν εξωπραγματικές και υπερβολικές φοβίες, που ακόμη και σήμερα σημαδεύουν την πορεία του τόπου. Για παράδειγμα, ο πόλεμος των ταυτοτήτων ήταν ένα παράγωγο αυτού του κλίματος. Οι μακεδονομάχοι του 21ου αιώνα είναι ένα άλλο. Η συνηγορία στην πολιτική Μιλόσεβιτς ήταν ένα χαρακτηριστικό δείγμα του παραλογισμού που επιβλήθηκε. Υπήρξαν πολιτικοί που φάνηκαν να συζητούν τη διχοτόμηση της ΠΓΔΜ ή τη δημιουργία ομοσπονδίας Ελλάδος, Σερβίας και ΠΓΔΜ. Σήμερα, δεν μιλάμε καν για τα απόνερα αυτού του τσουνάμι, είμαστε ακόμη πάνω στο κύμα. Δεν βλέπω ακόμη προσγείωση στην πραγματικότητα.
Οι απόψεις που εισηγήθηκαν περισσότερη προσέγγιση με τις γειτονικές χώρες, χαρακτηρίστηκαν μέχρι και προδοτικές. Ποιοι κέρδισαν από αυτό;
Εάν όντως συνέβη κάτι τέτοιο, έχασε σίγουρα η Ελλάς. Όχι τόσο γιατί δεν αξιοποίησε τις ευκαιρίες, αφού οι εξωστρεφείς πολιτικοί και επιχειρηματίες τόλμησαν, όσο επειδή το να υπάρχει μία αδιόρατη διαχωριστική γραμμή μεταξύ πατριωτών και προδοτών μεταξύ των ελλήνων πολιτών είναι ντροπή για μία ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα. Και δυστυχώς, υπάρχουν αρκετοί που συντηρούν αυτό το διαχωρισμό, ως μία οριζόντια διάκριση στα δύο μεγάλα –κυρίως- κόμματα.
Στα σύνορα μας υπάρχουν πολλά περιβαλλοντικά προβλήματα. Επηρεάζει το πολιτικό τοπίο την ουσιαστική αντιμετώπιση τους;
Βεβαίως, χωρίς όμως να είναι το καθοριστικό. Το πιο χαρακτηριστικό δείγμα είναι η διαχείριση των υδάτων του Αξιού. Η συζήτηση για το θέμα αυτό δεν έχει προχωρήσει, καθώς η πλευρά της ΠΓΔΜ βλέπει με καχυποψία ως συνομιλητή της την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Κατά τη γνώμη μου, η διαχείριση των διασυνοριακών υδάτων είναι το μεγάλο πολυμερές πρόβλημα της Βορείου Ελλάδος. Κάθε γειτονική χώρα έχει τις δικές της προτεραιότητες και τους δικούς της σχεδιασμούς. Ακόμη και η Βουλγαρία, ενώ είναι μέλος της Ε.Ε., είναι ιδιαίτερα δύσκαμπτη στο θέμα του Νέστου. Το κακό είναι ότι και η Ελλάς δεν έχει επιδείξει την καλύτερη διαγωγή, αφού δεν έχει ακόμη εκπονήσει διαχειριστικές μελέτες για τις δικές της λεκάνες απορροής, ώστε να διαπραγματεύεται από θέση αξιοπιστίας ή να μπορεί να εκμεταλλευθεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως πρέπει να κάνει για τα νερά του Έβρου με την Τουρκία.
Τι μπορεί να γίνει για να ενισχυθεί η συνεργασία της κοινωνίας των πολιτών στα Βαλκάνια;
Το σημαντικότερο είναι να αναπτυχθεί η κινητικότητα μεταξύ των χωρών των Βαλκανίων. Ήδη, με την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στην Ε.Ε. έγινε ένα πρώτο βήμα. Η κατάργηση της βίζας για κάποιες από τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, που έρχεται αυτές τις ημέρες, είναι ένα άλλο σημαντικό βήμα. Από εκεί και πέρα, χρειάζεται η τοπική αυτοδιοίκηση και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις να αναλάβουν πρωτοβουλίες, ώστε να αμβλύνουν μία από τις βάσεις του βαλκανικού εθνικισμού, που είναι η ανάγκη να υπάρχει πάντα η απειλή του «άλλου». Δεν είναι εύκολο, πρέπει όμως να γίνει. Στην ιδεολογική βάση αυτού του στόχου πρέπει να είναι η υποχρέωση όλων μας να κτίσουμε ένα κοινό μέλλον και η Ελλάς, ως μέλος της Ε.Ε., μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό.
Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις εμφανίζεται μία διάθεση για αλλαγή στο δήμο Θεσσαλονίκης. Πως το ερμηνεύετε και τι νομίζετε ότι πρέπει να κάνει η παράταξη που διοικεί εδώ και 24 χρόνια;
Το βρίσκω αναμενόμενο. Τα πάντα έχουν ημερομηνία λήξεως. Ο πολιτικός χώρος από το οποίον προέρχονται τα στελέχη της δημοτικής ομάδας που διοικεί σήμερα το Δήμο πρέπει να επιδιώξει να ευθυγραμμισθεί με το πνεύμα της κοινής γνώμης σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα. Η άποψη μου είναι ότι αυτό και μόνο δεν αρκεί. Χρειάζονται μεγαλύτερες ανατροπές. Κυρίως, η απομάκρυνση από το κλίμα που περιγράφω σε προηγούμενη ερώτησή σας. Φτάνει πια με τους μακεδονομάχους. Χρειαζόμαστε μία ατζέντα για τη Θεσσαλονίκη του 2020.
Γράψατε ότι είστε στο facebook για να προωθήσετε το όραμα για μία Μεγάλη ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Η σημερινή ΝΔ για παράδειγμα δεν είναι μεγάλη; Συμμάχους μπορεί να έχει;
Εξαρτάται τι εννοείτε με τον όρο «σημερινή». Η Νέα Δημοκρατία της 4ης Οκτωβρίου, αυτή που άφησε πίσω του ο Καραμανλής, σίγουρα, είναι η μικρότερη Νέα Δημοκρατία, που είδαμε ποτέ. Η Νέα Δημοκρατία της μετά την 29η Νοεμβρίου εποχής είναι ακόμη ένα ερωτηματικό. Οπότε δικαιούμαι να μην απαντήσω ευθέως. Όσο για τους συμμάχους, το εάν αυτοί υπάρχουν θα κριθεί στο κοινωνικό πεδίο και όχι στη σύμπραξη ή μη με τους υπόλοιπους πολιτικούς σχηματισμούς, που κι αυτοί χρειάζονται αλλαγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου