Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

Ποιά είναι η αριστερή «απάντηση» στην κρίση;

Του Γιώργου Στάμκου* Η Αριστερά αποτελεί ιστορικά ένα παιδί της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας, του πρώιμου Χριστιανισμού της κοινοκτημοσύνης, των αντιφεουδαρχικών και αιρετικών κινημάτων του Μεσαίωνα., καθώς και του κινήματος του Διαφωτισμού του 18ου αιώνα. Μπορεί να γεννήθηκε σε συνθήκες κρίσης και αμφισβήτησης των κατεστημένων αξιών, αλλά όμως δεν κατάφερε να προσαρμοστεί με την ίδια ευελιξία που το έκανε η Δεξιά στη σημερινή εποχή της κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος.
Το 19ο αιώνα η Αριστερά πρωτοστάτησε επαναστατικά στην αλλαγή του κόσμου, γιατί δεν ήθελε τον κόσμο καθηλωμένο. Στην εποχή μας όμως η επανάσταση έχει νεοφιλελεύθερη και νεοσυντηρητική διάσταση. Το 19ο αιώνα η Αριστερά, μέσω της κομουνιστικής της πτέρυγας, εμφανίστηκε ως 
η «θρησκεία της επίγειας σωτηρίας». Η λαϊκότητά της, που συνδέονταν με την πίστη στην έννοια της προόδου, ήταν ένα είδος πολιτικής θρησκείας. Ο ανθρωπισμός και η ιδέα του μέλλοντος θεωρήθηκαν τότε πιο σημαντικά από την επιστροφή στις «αλήθειες» του παρελθόντος και στη «διάσωση της ταυτότητας», που επικαλούνταν η Δεξιά.
Ο 20ος αιώνας ξεκίνησε με τις καλύτερες προσδοκίες για την Αριστερά και τελείωσε με τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις. Δεν ήταν μόνον η κατάρρευση του λεγόμενου «κομμουνιστικού μπλοκ», το οποίο ήταν ουσιαστικά ένα είδος μονοπωλιακού «κρατικού καπιταλισμού» ελεγχόμενου από μια αρτηριοσκληρωτική νομεκλατούρα, αλλά κυρίως ο συμβιβασμός της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας με το μεγάλο κεφάλαιο και τις Αγορές κατά τη δεκαετία του 1980. Η επικράτηση του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού και η σταδιακή αποδυνάμωση του Κράτους-Πρόνοιας, το οποίο υποστήριζε ένθερμα η Αριστερά, έθεσε υπό αμφισβήτηση ακόμη και τα θεμέλια της, που ήταν ο ανθρωπισμός και η προοδευτικότητα, οδηγώντας έτσι αναπόφευκτα σε μια αίσθηση απώλειας του μέλλοντος. Ο κίνδυνος ήταν πλέον να ζήσουμε σ’ έναν κόσμο φτιαγμένο αποκλειστικά από το παρόν.
Όλα αυτά ήταν μια σαφέστατη ήττα της Αριστεράς, για την οποία ευθυνόταν κυρίως η ίδια η Αριστερά και οι ενυπάρχουσες σε αυτή ιδεολογικές και άλλες αγκυλώσεις της. Αποτέλεσμα ήταν η συρρίκνωση και η εσωτερική αναδίπλωση της Αριστεράς σε ολόκληρο το Δυτικό κόσμο, ακόμη και στην Ελλάδα –ένα παραδοσιακό προπύργιο της. Έτσι η Αριστερά έμεινε χωρίς εναλλακτικές προτάσεις και κατέληξε να εκφράζει και να εγκλωβίζει ψήφους διαμαρτυρίας.
Στη δε Ελλάδα η Αριστερά, παρά την εν δυνάμει μεγάλη εκλογική της δύναμη και την ακόμη μεγαλύτερη πνευματική και πολιτιστική επιρροή της στην ελληνική κοινωνία, κατέληξε να εκφράζει κρατικιστικές ιδεοληψίες και στενά συντεχνιακά συμφέροντα, κυρίως ομάδων που λυμαίνονται τον υπερτροφικό Δημόσιο τομέα. Ιδεολογικοποιώντας την εμπρηστικότητα και τον μη συμβιβασμό –και σε τελική ανάλυση την κοινή λογική– η Αριστερά κατέληξε να εκφράζει την επιθετική μικροαστική παθογένεια μεγάλων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας. Παλιότερα η Αριστερά ήταν κοινωνιοκεντρική και με θυσιαστική ανιδιοτέλεια. Πλέον συσπειρώνει, τουλάχιστον στην Ελλάδα, συντεχνιακές μειοψηφίες, λιμασμένες για «κεκτημένα δικαιώματα». Και φυσικά ισχύει κι αυτό που είχε πει κάποτε ο κοινωνικός αναλυτής Χένρι Λουις Μέκνεν (1880-1956): «Η σύγχρονη Αριστερά χαρακτηρίζεται από τη φρικτή υποψία ότι κάποιος, κάπου, μπορεί να περνάει καλά». Αυτό δεν είναι απαραίτητα λάθος διότι ζούμε σ’ έναν πλανήτη, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων είναι φτωχοί και γι’ αυτό όλα όσα τρώμε χωρίς να υπάρχει ανάγκη είναι συνήθως κλεμμένα από τα στομάχια των φτωχών.
Ποια θα μπορούσε να είναι λοιπόν η αριστερή «απάντηση» στην Κρίση; Η Αριστερά είχε κάποτε οράματα για την αλλαγή του κόσμου, οράματα ουτοπικά αλλά και ρεαλιστικά. Όχι απλά σχέδια κατάληψης και νομής της εξουσίας, αλλά σχέδια αλλαγής του κόσμου προς όφελος των πολλών. Στα πλαίσια των Δυτικών δημοκρατικών και καπιταλιστικών κοινωνιών στις οποίες ζούμε η Αριστερά θα πρέπει να πάψει να κτίζει την ταυτότητα της διαρκώς πάνω στην άρνηση, αλλά να προτείνει συνεχώς εναλλακτικές λύσεις στα σημερινά αδιέξοδα ώστε να υποστηριχτεί από μια ευρύτερη κοινωνική πλειοψηφία, που θα συμπεριλαμβάνει και τη μεσαία τάξη, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους μικρούς επιχειρηματίες, τους μεσαία αμειβόμενους μισθωτούς, εκτός από την εργατική τάξη που παραδοσιακά τη στηρίζει.
Για να το πετύχει αυτό θα πρέπει να προωθεί ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις, που επιδιώκουν να ελέγξουν τον αχαλίνωτο καπιταλισμό, που προωθούν την κοινωνική δικαιοσύνη, την άμβλυνση των ανισοτήτων, τη μείωση της φτώχειας, την προστασία του περιβάλλοντος και των δημόσιων αγαθών. Εφόσον δεν μπορεί να αλλάξει άμεσα τον καπιταλισμό τότε θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την τρομερή παραγωγική του δύναμη προς όφελος των πολλών. Να μην υποκύπτει στο λαϊκισμό αλλά να επιλέγει να λέει και δυσάρεστα πράγματα, που όμως είναι αλήθειες. Να μη χαϊδεύει τ’ αυτιά του λαού που θέλει ν’ ακούει μονίμως «καλά νέα». Για να τα πετύχει όλα αυτά, εκτός από το να ενωθεί, η Αριστερά θα έπρεπε να εγκαταλείψει τον έμφυτο «διανοουμενισμό» της ώστε να γίνεται κατανοητή ακόμη κι από εκείνους που δεν τη ψηφίζουν. 

Η ΑΔΙΑΛΛΑΞΙΑ ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΚΕΙΑ

Στην Ελλάδα, όπως και σε αρκετές άλλες ευρωπαϊκές χώρες επικράτησε πολιτικά τις τελευταίες δεκαετίες ένας συγχωνευμένος Αριστερο-Δέξιος χώρος, που λειτούργησε ως ωφέλιμος συναγελασμός φαινομενικά αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων υπό την αιγίδα του εκάστοτε σπόνσορα. Το ζητούμενο ήταν η «κατασκευή συναίνεσης», η άμβλυνση των ιδεολογικών διαφορών και η επίτευξη των στόχων της διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης με την «απελευθέρωση των αγορών». Η παγκόσμια οικονομική Κρίση, που ξεκίνησε το 2008 και οδήγησε στην ευρωπαϊκή και ελληνική κρίση χρέους, έθεσε υπό αμφισβήτηση όλο αυτό το εύθραυστο οικοδόμημα, δημιουργώντας νέες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ της Δεξιάς και της Αριστεράς. Υπαρξιακά ζητήματα ιδεολογικής ταυτότητας και επιλογής οικονομικού μοντέλου επανήλθαν έτσι στο προσκήνιο…
            Πέρα όμως από υπεραπλουστεύσεις, επινοημένους διαχωρισμούς και ιδεολογικές περιχαρακώσεις και προκαταλήψεις, η αλήθεια είναι πως τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά εκπροσωπούνται από ανθρώπους και εκφράζουν πλευρές της ίδιας ανθρώπινης φύσης, που είναι ικανή για το καλύτερο και για το χειρότερο. Σ’ αυτή την περίοδο της κρίσης που διανύουμε στη Δύση, στην Ευρώπη και ειδικά στην Ελλάδα, θα πρέπει να εστιαστούμε περισσότερο σ’ αυτά που μας ενώνουν, ως λαούς, και όχι σ’ εκείνα που μας χωρίζουν. Το τελευταίο πράγμα που θα έπρεπε να επιδιώξουμε αυτή την περίοδο είναι η διχόνοια και ο αλληλοσπαραγμός. Η αδιαλλαξία είναι βλακεία, ενώ με το διάλογο βρίσκουμε πάντα λύσεις.
Η Κρίση είναι μια ευκαιρία ώστε οι άνθρωποι να θεωρήσουν τις διαφορές τους θετικά χαρακτηριστικά, που μας κάνουν ικανότερους και πλουσιότερους, και όχι επιχειρήματα για επικράτηση έναντι των άλλων. Ακόμη και στις δυσκολότερες περιόδους οι άνθρωποι έβρισκαν τρόπους να βοηθούν ο ένας τον άλλο, έστω και για λίγο, ακόμη και εν μέσω μιας ανταγωνιστικής κουλτούρας όπως είναι η ελληνική. Αυτό πρέπει να κάνουμε και σήμερα όλοι οι Έλληνες, Δεξιοί και Αριστεροί, άσχετα αν κάποιοι από εμάς έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή τραγική μας κατάσταση. Αν κινητοποιηθούμε όλοι μαζί, ενωμένοι για ένα θετικό σκοπό, χωρίς μικρότητες, εγωισμούς, κομματικές και πολιτικές σκοπιμότητες, οικονομικά και συντεχνιακά συμφέροντα, τότε μπορούμε να ξεφύγουμε από το σημερινό μας τέλμα και να προχωρήσουμε μπροστά, για το καλό τουλάχιστον των παιδιών μας. Για να ξεφύγουμε απ’ την κρίση και να πετύχουμε βιώσιμη ανάπτυξη, χωρίς ανισότητες και με σεβασμό προς τη Φύση, χρειάζεται ομαδική συνεργασία. Σ’ αυτή την προσπάθεια κανείς δεν περισσεύει.
Δεν το κρύβω πως είμαι αισιόδοξος, έστω και με δόσεις μελαγχολίας. Πιστεύω πως κάθε πορεία προς την καταστροφή, κινητοποιεί ταυτόχρονα τεράστιες δυνάμεις δημιουργίας. Ο φόβος του αφανισμού αυξάνει παράλληλα την πίεση για ζωή. Αν δεν μας καταστρέψει ολοσχερώς η Κρίση, τότε θα μας δοθούν ευκαιρίες για να εξελιχθούμε. Αρκεί να είμαστε επαρκώς έξυπνοι και ευέλικτοι για να τις αρπάξουμε… 


*Ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος και δημιουργός του εναλλακτικού περιοδικού ΖΕΝΙΘ (http://zenithmag.wordpress.com/)


Δεν υπάρχουν σχόλια: